Η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών στις πλούσιες χώρες είναι ανησυχητική, με συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών σε πολλές πλούσιες χώρες έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο, καθώς οι κυβερνήσεις ζουν με ελλείμματα που είναι πλέον μη βιώσιμα. Στην ανάλυσή του, ο Economist επισημαίνει ότι το δημόσιο χρέος των πλουσίων κρατών ανέρχεται ήδη στο 110% του ΑΕΠ. Στην περίπτωση της Γαλλίας, οι αλλαγές στην ηγεσία γίνονται όλο και πιο συχνές, με το χρέος να συσσωρεύεται σε ανησυχητικά επίπεδα. Ο Σεμπαστιάν Λεκορνί πρότεινε την αναβολή της αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, γεγονός που δείχνει τη δυσκολία των κυβερνήσεων να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους.
Η Ιαπωνία, από την άλλη, αντιμετωπίζει την ανάγκη για αύξηση των κρατικών δαπανών, παρά τα ήδη υπέρογκα χρέη. Αντίστοιχα, στη Βρετανία, οι προτάσεις για μεγάλες αυξήσεις φόρων γίνονται αναγκαίες για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό. Πρόσφατα, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, σκέφτεται την αύξηση του ελλείμματος, γεγονός που θέτει σε αμφιβολία τη βιωσιμότητα των τρεχουσών δημοσιονομικών πολιτικών.
Οι κοινωνικές δαπάνες αυξάνονται, καθώς οι γηράσκοντες πληθυσμοί πιέζουν για περισσότερους πόρους, ενώ οι αυξήσεις στους φόρους είναι πολιτικά επικίνδυνες. Ο Economist τονίζει ότι είναι ολοένα και πιο πιθανό οι κυβερνήσεις να καταφύγουν σε μη βιώσιμες στρατηγικές, όπως η χρησιμοποίηση του πληθωρισμού για να μειώσουν το χρέος τους. Στις δεκαετίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν αυτή τη στρατηγική για να μειώσουν την πραγματική αξία των χρεών τους.
Η ανάλυση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση αυτή μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για τις οικονομίες και τις κοινωνίες, με τις αυξήσεις τιμών να αναδιανέμουν τον πλούτο άδικα. Η ικανότητα των κυβερνήσεων να ανταποκριθούν στις προκλήσεις αυτές είναι καθοριστική για το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας και τη διατήρηση της μεσαίας τάξης, η οποία αποτελεί θεμέλιο των δημοκρατικών κοινωνιών.
Πηγή περιεχομένου: in.gr