Γιάννης Χουβαρδάς: «Η Λούλου είναι το αίνιγμα της γυναικείας υπόστασης»

ΠΗΓΗ: ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ / Από την Μαρία Κρύου

propoli

 

 

Ο κόσμος της «Lulu» είναι ταυτόχρονα γοητευτικός αλλά και άγριος. Ο Γιάννης Χουβαρδάς μας μιλά για την ηρωίδα του Φρανκ Βέντεκιντ, για τη δική του ανάγνωση πάνω στο κλασικό έργο αλλά και για τη σιγουριά και τις αβεβαιότητες με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί.

 

 

Πού κρύβεται η σπουδαιότητα της «Lulu» για σας;

Ο Φρανκ Βέντεκιντ έγραφε και ξανάγραφε το έργο. Το 1899, με την ιδιότητα του σκηνοθέτη και ηθοποιού, ανεβάζει στο θέατρο της Λιψίας «Το πνεύμα της Γης», ένα έργο που αποτελείται από τις τρεις πρώτες πράξεις της «Lulu», με την προσθήκη μιας τέταρτης. Το 1905, χρησιμοποιώντας τις τελευταίες δύο πράξεις της «Lulu» και με την προσθήκη μιας τρίτης πράξης, δημιουργεί «Το κουτί της Πανδώρας». Αργότερα η κόρη του Καντίντια έφτιαξε την εκδοχή της «Lulu» που εκείνη νόμιζε ότι ο πατέρας της ήθελε πραγματικά να γράψει. Αν διαβάσει κάποιος όλες τις εκδοχές και τις παραλλαγές που έχουν γραφτεί, μπορεί να δει να καθρεφτίζεται το πέρασμα από το 19ο στον 20ό αιώνα.

 

Για ποια κοινωνία μιλάει ο ­Βέντεκιντ στο έργο;

Μιλάει για μια αντιανθρώπινη κοινωνία, όπου ο άνθρωπος είναι αντικείμενο προς εκμετάλλευση, αλλά την ίδια στιγμή και υποκείμενο που εκμεταλλεύεται. Η Λούλου είναι ένα αντικείμενο προς εκμετάλλευση. Είναι μια επιφάνεια πάνω στην οποία διάφοροι επίδοξοι ιδιοκτήτες-κατακτητές προβάλλουν τις δικές τους φαντασιώσεις, ανάγκες, φοβίες κι εμμονές. Στο τέλος, λοιπόν, καταλήγει ένας παραμορφωτικός καθρέφτης των ίδιων των αντρών.

 

Και οι αντρικοί χαρακτήρες ­πόσο σημαντικοί είναι;

Εδώ δημιουργείται συνήθως μια μεγάλη παρεξήγηση. Αυτό που απασχολεί τον Βέντεκιντ είναι η ιστορία του αντρικού σώματος και όχι του γυναικείου. Τον απασχολεί τι συμβαίνει με τη σεξουαλικότητα των αντρών, η οποία καταπιέζει δια­χρονικά τη γυναικεία. Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, ο Άκης Σακελλαρίου, ο Αλέκος Συσσοβίτης, ο Χάρης Φραγκούλης και ο Νίκος Χατζόπουλος με τους ρόλους που ερμηνεύουν εκπροσωπούν όλη την κοινωνική διαστρωμάτωση, από επιχειρηματίες μέχρι καλλιτέχνες και τσιρκολάνους.

 

Πού βασίσατε τη διασκευή σας;

Προσπάθησα να βρω το απόσταγμα όλου του πλούσιου αλλά και δια­σκορπισμένου υλικού. Παντού η Λούλου παρουσιάζεται ως μια μορφή που συνεχώς μεταλλάσσεται, παίρνει διάφορες ονομασίες ανάλογα με το ποιος τη θέλει και το πώς τη βλέπει. Η ουσία και το νόημα μοιάζουν να μένουν τα ίδια, αλλά δεν ξέρουμε ποια είναι, κι αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον για μένα. Η Λούλου είναι πολλά πράγματα μαζί.

 

Αυτό είναι που την καθιστά ­σύμβολο;

Έχει γίνει κάτι σαν σύμβολο μέσα από τη χρήση του υλικού, από τις παραστάσεις, τις ταινίες. Έχει εμπνεύσει πάρα πολλούς καλλιτέχνες, έχουν γίνει μελέτες για το τι είναι η Λούλου, αλλά κανένας δεν μπορεί στην πραγματικότητα να πει ακριβώς τι είναι. Όλοι το ψάχνουν και ο καθένας δίνει τη δική του απάντηση. Είναι σαν να κάνεις την ερώτηση «τι είναι η γυναίκα»;

 

Εσείς τι θα λέγατε ότι είναι η Λούλου;

Είναι το αίνιγμα της γυναικείας υπόστασης. Υπάρχει όμως και άλλο ένα ζήτημα που περνάει μέσα από το κείμενο: πώς μπορεί να επιβιώσει η φύση ή αυτό που λέμε ένστικτο στην αστική κοινωνία. Η διαστρέβλωση του ενστίκτου σε αυτό που ξέρουμε ως δυτικό πολιτισμό φαίνεται να ευθύνεται για την καταδυνάστευση της φύσης μας. Ο συγγραφέας μιλάει για το πώς έχει καταπιεστεί το σώμα και για το πώς τα φύλα έχουν πέσει μέσα στη μηχανή της διαστρέβλωσης. Για παράδειγμα, η κόμισσα που ερμηνεύει η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στην παράσταση είναι μια γυναίκα εγκλωβισμένη σε λάθος φύλο και αυτό είναι μια σύλληψη πολύ πρωτοποριακή για την εποχή εκείνη. Ο Βέντεκιντ θίγει ακόμη το θέμα της τέχνης, μιλώντας ανοιχτά και για το πώς μπορεί ένας δημιουργός να εμπορευματοποιηθεί, αν πιαστεί στα γρανάζια της κοινωνίας.

 

 

Η Λούλου προκαλεί τα γεγονότα ή απλώς τα παρατηρεί;

Κυρίως αντιδρά. Δεν προκαλεί τα γεγονότα. Με το που φεύγει από έναν ρόλο που της έχει δώσει κάποιος στη ζωή του, μπαίνει σε έναν επόμενο. Είναι κακοποιημένο παιδί και γυναίκα ταυτόχρονα. Κατεβαίνει ένα ένα τα σκαλοπάτια της κοινωνίας, καθώς προσπαθεί απεγνωσμένα να αποφύγει τη μοίρα της. Στο Λονδίνο, όπου ζει σε μια άθλια σοφίτα και κάνει πεζοδρόμιο, συναντά τον Τζακ. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τον αστικό μύθο του Τζακ Αντεροβγάλτη για να κλείσει τον κύκλο της Λούλου με μυθολογικό τρόπο.

 

 

Η εμφάνιση ήταν το πρώτο κριτήριο που θέσατε για την επιλογή της πρωταγωνίστριάς σας;

Η Λούλου θα μπορούσε να είναι μια γυναίκα κοινής εμφάνισης, οπότε η ομορφιά δεν έπαιξε κάποιον ρόλο. Αυτό που κυρίως με ενδιέφερε είναι αυτό που εκπέμπει. Επειδή γνωρίζω πολύ καλά την Άλκηστη [Πουλοπούλου] ξέρω ότι έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τη φύση και το ένστικτό της. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος που την επέλεξα. Το λάθος που μπορεί να κάνει κάποιος είναι να πάρει μια πανέμορφη, πολύ σέξι γυναίκα. Αυτός ο ρόλος δεν πρέπει να έχει κανένα ναρκισσισμό, συνειδητό ή όχι. Στο έργο συμβαίνουν δύο φόνοι. Η ματιά της Λούλου φαίνεται ανοίκεια, σχεδόν ανάλγητη. Αντιδρά με μια φυσικότητα, όπως τα ζώα που αντιδρούν πολλές φορές στο θάνατο γυρίζοντας την πλάτη. Στο ζωικό βασίλειο μια μητέρα μπορεί να πνίξει τα παιδιά της, να τα σκοτώσει αν διαισθανθεί ότι δεν έχουν αρκετά δυναμικό DNA. Τα ζώα δεν στέκονται με φόβο μπροστά στο θάνατο. Μόνο οι άνθρωποι έχουμε τόσο μεγάλη απόσταση από το ένστικτό μας.

 

Τελικά η «Lulu» είναι ένα εξπρεσιονιστικό έργο που προσπαθεί να κατεδαφίσει τον αστικό ρεαλισμό;

Αυτό το έργο τα έχει όλα. Προφανώς εμπεριέχει και στοιχεία εξπρεσιονισμού. Το θέμα είναι πώς επιλέγει κάποιος να χειριστεί αυτό το υλικό. Εγώ προσανατολίστηκα σε είδη θεάτρου τα οποία συνήθως είναι πιο περιθωριοποιημένα, όπως το τσίρκο και το καμπαρέ. Είναι είδη θεάτρου τα οποία λάτρευε ο Βέντεκιντ. Οπότε αν υπάρχει εξπρεσιονισμός, αυτός βρίσκεται μέσα σε αυτόν το δίαυλο. Δεν έχω συναντήσει θεατρική γραφή που να συνδυάζει επιτυχημένα εξπρεσιονισμό, φάρσα, τραγωδία, κωμωδία, παρωδία, τσίρκο, καμπαρέ, λυρισμό, ποίηση, ωμό ρεαλισμό… Ένα πράγμα δεν έχει μόνο, νατουραλισμό. Οι φόρμες εναλλάσσονται με τρελό ρυθμό.

 

Ο Βέντεκιντ χαρακτηρίζει το έργο του «τραγωδία τεράτων». Ενώ όλοι είναι τέρατα, η Λούλου διατηρεί μια αθωότητα. Μπορεί στη σημερινή κοινωνία να υπάρξει μια γυναίκα σαν αυτήν;

Στο έργο αμφισβητούνται όλα συνέχεια, όπως και στη ζωή. Το ποιος είναι αθώος και ποιος ένοχος. Σίγουρα αν κάποιος είναι αθώος για κάτι, είναι ένοχος για κάτι άλλο. Ίσως οι μοναχοί και οι άγιοι είναι οι μόνοι αθώοι. Γυναίκα σαν τη Λούλου δεν έχω συναντήσει. Έχω όμως συναντήσει στην τέχνη εκδοχές της Λούλου, κυρίως στον κινηματογράφο. Αν υπάρχει ένας άνθρωπος που έχει γνωρίσει μια τέτοια γυναίκα στην πραγματικά ζωή, θα ήθελα πολύ να μου πει την εμπειρία του.

 

 

Φαίνεστε άνθρωπος αρκετά ­σίγουρος για τις επιλογές του. Ισχύει;

Έτσι ε; Είναι απατηλή αυτή η εντύπωση. Πολλές φορές κάτι που επιλέγω ή αναγκάζομαι να το πω κρύβει το ακριβώς αντίθετο, μια απόγνωση μπροστά στη δυναμική του διλήμματος, της αναποφασιστικότητας ή της σύγχυσης. Και όσο περνούν τα χρόνια τόσο περισσότερο πιστεύω στις αβεβαιότητες. Τα πράγματα είναι πολύ μπερδεμένα και ας ζητάμε από τη φύση μας βεβαιότητες. Επίσης προσπαθώ να είμαι πιο ανοιχτός. Στη δουλειά σίγουρα. Στη ζωή δεν ξέρω… Μπορεί να γίνομαι και χειρότερος.

 

Συμμερίζεστε την άποψη ότι η κοινωνία μας γίνεται όλο και χειρότερη, όλο και πιο επιθετική;

Βέβαια. Ξαναγυρίζουμε στη ζούγκλα. Η κοινωνία μας είναι μια ζούγκλα με κανόνες. Είμαι από τους απαισιόδοξους, οπότε θα σου πω ότι βαδίζουμε προς μια μεγάλη κοινωνική, περιβαλλοντική, οικονομική, δημογραφική κρίση. Νομίζω ότι ο 21ος αιώνας θα είναι ο τελευταίος στον οποίο θα βιώσουμε την αστική κοινωνία με τους κανόνες που έχει σήμερα. Θα ζήσουμε πρωτόγονες καταστάσεις, ανεξέλεγκ­τες, με μίσος, εμφύλιες συρράξεις και περιβαλλοντική ασφυξία. Δεν νομίζω ότι είναι κάτι αναστρέψιμο.

 

Υπάρχει και μια προϊούσα συντηρητικοποίηση;

Δεν ξέρω τι σημαίνει συντηρητικό και τι προοδευτικό. Νομίζω ότι ο κόσμος γίνεται όλο και πιο διχασμένος. Τους ανθρώπους τους χωρίζουν περισσότερα πράγματα από αυτά που τους ενώνουν. Ο κόσμος είναι σε αναβρασμό και αυτό σίγουρα δεν προμηνύει κάτι θετικό. Διατηρούνται ακόμη κάποια προσχήματα. Όταν αυτά καταργηθούν, τότε θα ξεχυθεί ένας χείμαρρος. Πόσο καιρό θα μπορεί η Ευρώπη να είναι αυτό που είναι σήμερα; Πώς θα κρατηθεί όλος αυτός ο πολιτισμός, μέσα σε βιτρίνες, μουσεία, γκαλερί όταν η ικανοποίηση των βασικών αναγκών τίθεται σε αμφισβήτηση; Θα υπάρξουν συνεχείς εκρήξεις.

 

Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης»

Πειραιώς 206

 

 

©Πηγή: amna.gr

Loading