Χ. Μανταρτζίδης / Η εποχή των μηδενικών τραπεζικών επιτοκίων και η επίδρασή τους

Του Χρήστου Μανταρτζίδη*

propoli
Η χώρα μας βιώνει μια περίεργη κατάσταση, πρωτόγνωρη για –τουλάχιστον- τα Ελληνικά δεδομένα. Τα επιτόκια καταθέσεων των Τραπεζών παρουσιάζουν μηδενικές αποδόσεις και είναι λογικό πολλοί καταθέτες, είτε νοικοκυριά είτε επιχειρήσεις να προβληματίζονται με αυτή την κατάσταση.  Επιπλέον όλο και πιο συχνά ακούγεται σαν απειλή, ότι κάποια στιγμή θα εμφανιστούν αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις, δηλαδή οι καταθέτες, θα καταθέτουν τα χρήματα τους  στις τράπεζες και αντί να εισπράττουν τόκο, θα πληρώνουν.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) υπό τον φόβο διεθνούς ύφεσης επιμένει να διατηρεί στο μηδέν, το βασικό επιτόκιο δανεισμού και προσφέρει αρνητικό επιτόκιο στις καταθέσεις σε μια προσπάθεια υποστήριξης της οικονομικής δραστηριότητας. Ουσιαστικά επιβάλλει ποινή στις Τράπεζες και τις «αποθαρρύνει» από το να «παρκάρουν» τις καταθέσεις τους σε αυτήν και τις αναγκάζει να τις διοχετεύσουν στην πραγματική οικονομία είτε με την μορφή δανείων στις επιχειρήσεις είτε με την μορφή επενδύσεων. Η FED για παράδειγμα, εφάρμοσε την στρατηγική των μηδενικών επιτοκίων το 2008 (κρίση subprime, Lehman Brothers κλπ) τα οποία  διατήρησε μέχρι το 2015. Όταν βεβαιώθηκε ότι η οικονομία ¨πήρε μπροστά¨ και ότι υπήρχε κίνδυνος πληθωριστικών πιέσεων αύξησε τα επιτόκια.

Οι Ελληνικές τράπεζες διαθέτουν υπερβάλλουσα ρευστότητα την οποία αδυνατούν να διαθέσουν στην αγορά λόγω ανεπαρκούς ζήτησης από ιδιώτες και επιχειρήσεις με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να την τοποθετούν στην ΕΚΤ, πληρώνοντας τόκους λόγω των αρνητικών επιτοκίων.

Τα μηδενικά και γενικά τα πολύ χαμηλά επιτόκια μειώνουν το κόστος χρήματος για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές και κάνουν ευκολότερη  την χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, Οι επενδύσεις αφενός καθίστανται πιο ελκυστικές είτε για μεγάλες είτε για Μικρομεσαίες επιχειρήσεις ώστε να χρηματοδοτούν τα επενδυτικά τους προγράμματα  και η κατανάλωση αφετέρου καθίσταται πιο ελκυστική για τους ιδιώτες καταναλωτές.

Στην Ελλάδα, η τραπεζική αγορά επιστρέφει στην κανονικότητα με δειλά αλλά σταθερά βήματα. Οι Τράπεζες άρχισαν την χορήγηση δανείων μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια οικονομικής κρίσης. Για την ώρα επικεντρώνονται πρωτίστως στα επιχειρηματικά δάνεια  όπου η πιστωτική επέκταση τείνει να σταθεροποιηθεί σε θετικό ρυθμό ύστερα από πολλά χρόνια συρρίκνωσης. Οι επιχειρήσεις που μπορούν να επωφεληθούν από τα μηδενικά ή τα πολύ χαμηλά επιτόκια είναι κυρίως οι επιχειρήσεις με σαφή εξαγωγικό προσανατολισμό.

Όμως και οι τομείς της στεγαστικής και της καταναλωτικής πίστης δεν μπορούν να παραμείνουν αναξιοποίητοι. Οι χορηγήσεις προς φυσικά πρόσωπα είτε αφορούν στεγαστικά είτε αφορούν καταναλωτικά προϊόντα, εμφανίζουν πολλά περιθώρια αύξησης χορηγήσεων αλλά και με επιτόκια δανεισμού -ιδιαίτερα όσον αφορά την καταναλωτική πίστη- εξαιρετικά «ζουμερά και ενδιαφέροντα»  για τις τράπεζες κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία  σε μια περίοδο όπου ο κορυφαίος στόχος είναι η αποκατάσταση της τραπεζικής κερδοφορίας. Αρχικά και μετά την σταδιακή ανάκαμψη της αγοράς real estate, οι τράπεζες στρέφονται προς τη στεγαστική πίστη.

Οι Τράπεζες σχεδιάζουν την αναβίωση και της καταναλωτικής πίστης,  στο πλαίσιο του ευρύτερου σχεδιασμού τους για την ενίσχυση της χρηματοδότησης της οικονομίας. Τα σχέδια αυτά αφορούν και τους δανειολήπτες που βρίσκονται στην λίστα του Τειρεσία. Οι τράπεζες αντιλαμβάνονται ότι αν δεν κάνουν κάτι γι αυτό  και παραμείνουν σε αποκλεισμό από νέα δάνεια όλοι αυτοί που βρίσκονται στην λίστα του Τειρεσία, θα είναι πολύ δύσκολο να επανέλθει η καταναλωτική πίστη στην κανονικότητα. Σήμερα, στην εποχή των μηδενικών επιτοκίων στις καταθέσεις, τα επιτόκια νέων δανείων στην καταναλωτική πίστη παραμένουν εξαιρετικά υψηλά και θελκτικά για ην κερδοφορία τους.

Όσον αφορά τους καταθέτες, αυτοί  βρίσκονται παγιδευμένοι σε ένα περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων. Τα επιτόκια σε όλων των ειδών των τραπεζικών καταθέσεων έχουν υποχωρήσει και βρίσκονται πλέον στο χαμηλότερο ιστορικό τους επίπεδο, γύρω από το μηδέν. Αν δε συνυπολογιστεί και ο πληθωρισμός, η πραγματική απόδοση είναι ουσιαστικά μηδενική ή ακόμη και αρνητική. Η ¨λάμψη¨ της αποταμίευσης ξεθώριασε οριστικά. Τα μηδενικά επιτόκια ήρθαν για να μείνουν.

Αν τα μηδενικά επιτόκια είναι η σημερινή πραγματικότητα τα αρνητικά επιτόκια καταθέσεων θα είναι η νέα πραγματικότητα τα επόμενα λίγα χρόνια. Ήδη αρκετές τράπεζες στην Ευρώπη άρχισαν να εφαρμόζουν αρνητικά επιτόκια καταθέσεων στους πελάτες τους. Οι Ελληνικές τράπεζες σύντομα θα ακοληθήσουν…

Οι  συνέπειες της κρίσης επηρέασαν καταλυτικά και αλλάξαν οριστικά το τραπεζικό σύστημα και την  στρατηγική των τραπεζών. Όσον αφορά τις καταθέσεις οι τράπεζες προτείνουν πλέον στους πελάτες τους σύνθετα τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα ή επενδυτικά προϊόντα αμοιβαίων κεφαλαίων.

Όσον αφορά τις χορηγήσεις, από τον «ασύστολο» δανεισμό οι τράπεζες πλέον επανατοποθετούνται στην αγορά με αυστηρά και αμιγώς τραπεζικά κριτήρια. Με δειλά αλλά σταθερά βήματα επιστρέφει στην κανονικότητα η χορήγηση τραπεζικών δανείων μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια οικονομικής κρίσης. Οι τράπεζες προβλέπουν αύξηση 30-40% την επομένη 3ετία.

Βέβαια δεν σημαίνει ότι οι νέες χρηματοδοτήσεις αυτές που αφορούν τα πολύ χαμηλά επιτόκια, είτε επιχειρήσεων είτε ιδιωτών καταναλωτών,  θα αποπληρωθούν στο ακέραιο και δεν θα δημιουργήσουν τελικά πρόσθετα προβλήματα στο Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα επιτείνοντας τα κόκκινα δάνεια που αποτελούν σοβαρή παράμετρο για την ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας μας.

*Ο Χρήστος Μανταρτζίδης είναι οικονομολόγος

Loading